Αθήνα – Γιάννενα

Μπήκε στο μαγαζί και κάθισε στην γωνιακή θέση. Παρήγγειλε το πότο του. Ήπιε και το δεύτερο. Μου είπε: «Ποιόν από τους δύο γονείς σου αγαπάς περισσότερο ή έχεις αδυναμία ή ακόμη καλύτερα, ποιος έδωσε πνοή στα φτερά σου να πετάξεις»;

«Η μάνα μου νομίζω» αποκρίθηκα ενώ του γέμισα ένα τρίτο.

«Έτσι είναι, ειδικά τα αγόρια έχουν τρελή αδυναμία στην μάνα. Ειδικά όταν εκείνη έχει σταθεί βράχος, έχει παλέψει με θεριά και θεούς για να πετάξουν τα παιδιά της ψηλά. Παιδί μεγάλωσα στα Γιάννενα κυριολεκτικά με δύο παπούτσια πάνινα, αφού όλη μέρα ήμουν στις αλάνες. Οι επιλογές μας τότε ήταν στα χωράφια ή στα γράμματα. Δεν μπορούμε να σας σπουδάσουμε και τους τρεις, έλεγε ο πατέρας μου. Πάλεψα να τα μάθω όλα μόνος μου σωστά. Διάβασα πολύ. Και τα καλοκαίρια δούλευα κοντά στο πατέρα μου για να έχω το χαρτζιλίκι μου, που το έκρυβα μέσα σε ένα αεροπλάνο παιχνίδι. Δώρο ήταν της μάνας μου στα 12α γενέθλια μου. Πιλότος ήθελα να γίνω αλλά η τύχη εκείνη την περίοδο είχε άλλα σχέδια. Πεθαίνει ο πατέρας μου και μείναμε οι τέσσερις μας. Το πρωί σχολείο, μετά διάβασμα και ύστερα πήγαινα δουλειά. Ήμουν ο πρώτος και τα βάρη της οικογένειας έπεσαν και σε μένα. Με τα πολλά και τα δύσκολα μπήκα στην σχολή που ήθελα. Κατέβηκα Αθήνα, ένα γλυκό επαρχιωτόπουλο στον πανικό της μεγάλης πόλης. Εκεί γνώρισα γυναίκες πολλές αφού στα νιάτα μου ήμουν τζοβενάκι ξανθός, γαλάζια μάτια, ψηλός. Μην κοιτάς που τώρα γκριζάρισαν τα μαλλιά. Έξοδα δεν είχα πολλά αφού έμενα στην σχολή. Μια μέρα ένα τηλέφωνο άλλαξε πολλά, η μάνα ήταν άρρωστη. Χρειαζόταν να μπει χειρουργείο. Εκείνη την περίοδο διεκδικούσαν την καρδιά μου δύο γυναίκες. Παντρεύτηκα εκείνη που είχε γεμάτο πορτοφόλι. Την αγάπησα αλλά όχι όσο εκείνη που είχε γεμάτη την καρδιά της. Με πούλησα φίλε μου ακριβά. Το μετάνιωσα; Και ναι και όχι θα σου απαντήσω. Όσο σκληρό και να ακούγεται, η ζωή μας είναι οι επιλογές μας που κάποιες φορές δεν ορίζονται από εμάς μόνο. Πέρασα καλή ζωή μαζί της και μεγαλώσαμε δύο παιδιά. Όμως σε κάθε πτήση μου πρώτα ερχόταν στο μυαλό μου η μάνα μου που δεν χρειάστηκε να ξαναδουλέψει, οι σπουδές των αδερφών μου που πληρώθηκαν από την γυναίκα μου. Ήταν το αντίτιμο της ευτυχίας. Κάποια στιγμή οι πτήσεις σταμάτησαν και μπήκα γραφείο στην αεροπορία. Η μάνα μου έλεγε: Μεγάλη θυσία αγόρι μου έκανες για όλους μας. Μην αφήσεις τον εαυτό σου να δυστυχεί άλλο. Να πετάξεις να βρεις την ευτυχία σου και το δρόμο σου. Ζήτησα και μετάθεση στα Γιάννενα και διαζύγιο αφού πια τα παιδιά μου είχαν μεγαλώσει. Με τα χρήματα που είχα άνοιξα συνεταιρικά ένα μεζεδoπωλείο μετά την συνταξιοδότησή μου. Ξεκίνησα να γρατζουνάω και την κιθάρα μου και το μαγαζί γέμιζε. Κάτι έλειπε όμως. Η μάνα το καταλάβαινε. Να πας να ψάξεις να την βρεις. Αν την θες ακόμη ποτέ δεν είναι αργά. Αυτή είναι η τελευταία διεύθυνση που έχω από την Αθήνα όταν σου έστειλε το τελευταίο της γράμμα. Πήγαινε και μη χάνεις χρόνο. Η ζωή είναι μικρή για εκπτώσεις . Γι΄ αυτό είμαι δω φίλε μου. Την έψαχνα έξι μήνες αλλά τη βρήκα».

Μετά από λίγο μια γυναικεία φιγούρα με μακριά κόκκινα έκατσε δίπλα.

«Θα πιω ό,τι πίνει και η αεροπορία σήμερα», είπε.

|> Φωτεινή Λιακάδα

Με έχουν χαρακτηρίσει: σαλή, ζαβή, κουζουλή, ιδιόρρυθμη, παρορμητική, ξινή, υπερβολική, με στόμα νταλικιέρη και καρδιά μικρού παιδιού. Τι πιστεύω: α) έχεις πάρει μια γεύση για την αφεντιά μου β) έχουν δίκιο αλλά δεν φταίω εγώ κύριε εισαγγελεύ γ) διαβάζεις τα κείμενα ενός ανθρώπου που πάντα έκανε φροντιστήριο στο μάθημα της έκθεσης, έγραψε 10,50 στις πανελλαδικές του 2015 και φοίτησε σε σχολή δημοσιογραφίας και τώρα στην νηπιαγωγών. Όλα υπό την ευθύνη σου είναι.

Δείτε Επίσης

Το «Ζάρι»… της Σαπφούς Παπαντωνοπούλου

Το «Ζάρι» ως κοινωνικοπολιτικό αντι-αποικιακό σχόλιο | της Σαπφούς Παπαντωνοπούλου

error: Το περιεχόμενο προστατεύεται !!!