Παρατήρησα έντονα ότι σε άλλες χώρες δυτικού πολιτισμού, Ευρώπη και Αμερική, τη μεγάλη διαφορά στην άνεση προσέγγισης των γυναικών από τους άντρες. Σε ένα bar στο εξωτερικό σου μιλάνε σχεδόν όλοι σα να σε ξέρουν με μεγάλη άνεση. Μιλάνε μεταξύ τους άγνωστοι, άντρες και γυναίκες, φλερτάρουν, χορεύουν. Μου δημιουργήθηκε έκτοτε ή εξής απορία:γιατί εμείς στην Ελλάδα όταν βγαίνουμε έξω είμαστε όλοι σαν τα “αγγούρια”; Οι περισσότεροι είναι με ένα ποτό στο χέρι όλο το βράδυ.
Οι μεν άντρες τσεκάρουν την κάθε γυναίκα που θα μπει από πάνω μέχρι κάτω, θα εστιάσουν σε κάποια, αλλά δε θα κάνουν καμία περαιτέρω κίνηση όλο το βράδυ εκτός από το να κοιτάνε σαν “λιγούρια”. Οι δε γυναίκες κοιτάνε πέρα δώθε μέχρι να εντοπίσουν κάποιον που τους ενδιαφέρει και μετά περνάει το υπόλοιπο της βραδιάς με το να τον κοιτάνε με ύφος κάθε άλλο παρά παροτρυντικό στο να έρθει να τους μιλήσει.
Το αποτέλεσμα; Και οι μεν και οι δε αφού καπνίσουν και πιουν και ξανακαπνίσουν και πιουν -και κάποιοι γίνουν και στουπί- γυρνάνε άπραγοι και μόνοι στο σπίτι βασανισμένοι από το ολονύκτιο αντικείμενο του πόθου τους και τη σκέψη ότι δε βρέθηκε η ευκαιρία να γνωριστούν.
Γιατί όμως; Γιατί τέτοια δυσκολία στο να γίνει προσέγγιση; Τι δουλεύει μες το μυαλό μας ασυναίσθητα; Το φαινόμενο είναι μάλλον αποτέλεσμα κοινωνικών στερεοτύπων. Ένας βασικός λόγος είναι ότι το να γίνει προσέγγιση μεταξύ αγνώστων στα ελληνικά πρότυπα μεταφράζεται αυτόματα ως ” πέσιμο “. Αυτό ως συνέπεια μας περιορίζει στο να μιλάμε ελεύθερα σε διάφορους μέσα στον χώρο. Ο κύριος λόγος όμως είναι μάλλον άλλος.
Ας το αναλύσουμε πρώτα από την πλευρά των γυναικών. Το γυναικείο φύλο είναι και από τη φύση του, ως ένα βαθμό, αλλά κυρίως παιδαγωγείται να είναι πιο χαμηλών τόνων. Η γυναίκα οφείλει να είναι πιο μαζεμένη στην κοινωνική της συμπεριφορά γενικότερα και στην ερωτική της ειδικότερα.
Στην ελληνική ανατολικό-δυτική κοινωνία – διότι όσο και να το παίζουμε ανοιχτόμυαλοι και δυτικοί, οι ανατολίτικες καταβολές στις απόψεις μας είναι έντονες- μια γυναίκα προκλητική ερωτικά είναι μεν ποθητή, όχι όμως σεβαστή και για περισσότερες σκέψεις και δραστηριότητες πέραν του κρεβατιού. Δυστυχώς μια γυναίκα η οποία διασκεδάζει ελεύθερα, μιλάει με κόσμο, χορεύει, χαμογελάει σε άγνωστους θεωρείται “προκλητική” και ότι “ψάχνεται“.
Και κανένας δεν παίρνει στα σοβαρά μετέπειτα μια γυναίκα που ”ψάχνεται“, πράγμα το οποίο δεν είναι ο βασικός στόχος της μέσης Ελληνίδας. Οι γυναίκες επιδιώκουν ως επί το πλείστον δέσμευση. Είναι η κύρια μορφή επιβεβαίωσης τους.
Οι άντρες από την άλλη ενεργούν με κύρια κινητήρια δύναμη το ένστικτο και δεν το αναλύουν περαιτέρω. Θέλουν αυτό που βλέπουν και δεν έχουν και λόγο να μην το κυνηγήσουν άμεσα, γιατί δεν έχουν κανένα από τους ενδοιασμούς που έχει μια γυναίκα.
Δεν θα τους χαρακτηρίσει κανείς άσχημα αν φλερτάρουν ασύστολα ή αν μιλήσουν σε πέντε γυναίκες το ίδιο βράδυ. Γιατί λοιπόν δεν το κάνουν; Γιατί δειλιάζουν;
Γιατί δεν έχουν μεν το φόβο του κακού κοινωνικού χαρακτηρισμού , έχουν όμως το φόβο της απόρριψης και το φόβο της στάμπας του μαλακά που μίλησε στη γκόμενα και έφαγε πόρτα. Βέβαια αν δεν έτρωγε πόρτα και ήταν εύκολα καλοδεχούμενος πολύ πιθανόν να μην έχαιρε της ίδιας εκτίμησης η κοπέλα, έχοντας χαρακτηριστεί “εύκολη”.
Λίγο οξύμωρο όλο αυτό, δεν είναι; Μας αρέσουν οι εύκολες, αλλά εκτιμάμε τις δύσκολες. Το πάνω αντρικό κεφάλι ωραιοποιεί και κυνηγάει την “ξυνή” και δύσκολη και το κάτω βολεύεται όποτε βρει την ευκαιρία με την πρόθυμη εύκολη.
Και η δεύτερης κατηγορίας γυναίκα στο αντρικό μυαλό θα δυσκολευτεί πάρα μα πάρα πολύ και ενδεχομένως να μην καταφέρει ποτέ να κερδίσει το σεβασμό του άντρα. Γιατί οι γυναίκες να θέλουμε να παίξουμε το δεύτερο ρόλο λοιπόν;
Έχετε στο μυαλό επομένως αγόρια να αφήσετε τις ανατολίτικες επιρροές και αυτά που σας έμαθε η μαμά για το ποιες είναι οι καλές και ποιες οι κακές κοπέλες.
Η καλή γυναίκα δεν μετριέται ούτε από το μέγεθος του παραθύρου προσβασιμότητας που αφήνει στους άλλους, ούτε από το ποσό σεξουαλικά και κοινωνικά απελευθερωμένη είναι, ούτε και από το ποσό “δύσκολη” ή “εύκολη” εμφανίζεται.
Και μέχρι να αλλάξει η συγκεκριμένη νοοτροπία το πιο πιθανό θα είναι να συνεχίζετε να βλέπετε παντού το ύφος της ντίβας και ως εκ τούτου να συνεχίζετε να δειλιάζετε.
Το δε χειρότερο: να συνεχίζετε να πέφτετε θύματα των επιδέξιων “σιγανοπαπαδιών” οι οποίες ως καλές γνώστριες του αντρικού μυαλού μπορούν πανεύκολα να το ξεγελάσουν.
Επιπλέον, αφήστε την αντίληψη (που πηγάζει από την ανασφάλεια σας) ότι οι εύκολες και “περπατημένες” είναι οι επικίνδυνες σε μια σχέση, ενώ οι “ήσυχες” και άβγαλτες πιο σίγουρες. Το πιθανότερο είναι μάλλον το αντίθετο. Διότι όταν μια γυναίκα δεν έχει παρελθόν, έχει μέλλον.
γράφει η Ελισάβετ Κασαμπαλίδου για to tilestwra.com