Επ΄ αφορμή της κατάληξης της δικαστικής διαμάχης της χήρας του Δημήτρη Λιαντίνη (Νικολίτσας Γεωργοπούλου) με την ιστοσελίδα www.liantinis.org και με τον ιδρυτή της Δημήτρη Αλικάκο, δράττομαι της ευκαιρίας και δημοσιεύω το (τελευταίο) γράμμα, πριν την «αυτοθέλητη έξοδο από τη ζωή», του ιδανικού αυτόχειρα Δημήτρη Λιαντίνη, προς τη κόρη του.
Διοτίμα μου,
Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Ετοίμασα τούτη την ώρα βήμα- βήμα ολόκληρη τη ζωή μου, που υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από όλα εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου. Τώρα που ανοίγω τα χέρια μου και μέσα τους συντρίβω τον κόσμο, είμαι κατάφορτος με αισθήματα επιδοκιμασίας και κατάφασης.
Πεθαίνω υγιής στο σώμα και στο μυαλό, όσο καθαρό είναι το νωπό χιόνι στα όρη και το επεξεργασμένο γαλάζιο διαμάντι.
Να ζήσεις απλά, σεμνόπρεπα, και τίμια, όπως σε δίδαξα. Να θυμάσαι ότι έρχουνται χαλεποί καιροί για τις νέες γενεές. Και είναι άδικο και μεγάλο παράξενο να χαρίζεται τέτοιο το δώρο της ζωής στους ανθρώπους, και οι πλείστοι να ζούνε μέσα στη ζάλη αυτού του αστείου παραλογισμού.
Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη μου γι’ αυτό το έγκλημα με σκοτώνει.
Να φροντίσεις να κλείσεις με τα χέρια σου τα μάτια της γιαγιάς Πολυτίμης, όταν πεθάνει. Αγάπησα πολλούς ανθρώπους. Αλλά περισσότερο τρεις. Το φίλο μου Αντώνη Δανασσή, τον αδερφοποιτό μου Δημήτρη Τρομπουκη, και τον Παναγιώταρο το συγγενή μου, γιο και πατέρα του Ηρακλή.
Κάποια στοιχεία από το αρχείο μου το κρατά ως ιδιοκτησία ο Ηλίας Αναγνώστου.
Να αγαπάς τη μανούλα ως την τελευταία της ώρα. Υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος για μένα, για σένα, και για τους άλλους. Όμως γεννήθηκε με μοίρα. Γιατί της ορίστηκε το σπάνιο, να λάβει σύντροφο στη ζωή της όχι απλά έναν άντρα, αλλά τον ποταμό και τον άνεμο. Το γράμμα του αποχαιρετισμού που της έγραψα το παίρνω μαζί μου.
Σας αφήνω εσένα, τη μανούλα και το Διγενή*, το σπίτι μου δηλαδή, που του στάθηκα στύλος και στέμμα, Γκέμμα πες, σε υψηλούς βαθμούς ποιότητας και τάξης. Στην μεγαλύτερη δυνατή αρνητική εντροπία. Να σώζετε αυτή τη σωφροσύνη και αυτή την τιμή. Θα δοκιμάσω να πορευτώ τον ακριβό θάνατο του Οιδίποδα. Αν όμως δεν αντέξω να υψωθώ στην ανδρεία που αξιώνει αυτός ο τρόπος, και ευρεθεί ο νεκρός μου σε τόπο όχι ασφαλή, να φροντίσεις με τη μανούλα και το Διγενή*, να τον κάψετε σε ένα αποτεφρωτήριο της Ευρώπης
Έζησα έρημος και ισχυρός.
Λιαντίνης
Τη μέρα που θα πέσω έδωσα εντολή
να στεφανωθούν οι μορφές**
Σολωμού στη Ζάκυνθο κ’ Λυκούργου
στη Σπάρτη.
* Διγενής: γαμπρός του Δ. Λιαντίνη εκείνη την εποχή.
** Οι μορφές στεφανώθηκαν στις 3/6/1998.
ΥΣ. Υπάρχει ζωή πριν το θάνατο; Να ποιό είναι το ερώτημα που οφείλει να απασχολεί την Ελληνίδα και τον Έλληνα, μα και τον κάθε άνθρωπο σε τούτο τον πλανήτη. Υπάρχουν κουλτούρες, άλλες ισοϋψείς με τον Ελληνικό Πολιτισμό (τον μοναδικό πολιτισμό που γνώρισε η ανθρωπότητα μέχρι τούτες τις μέρες) και άλλες ανάξιες λόγου, που έχουν απαντήσει με το δικό τους τρόπο σε τούτο το ερώτημα. Μα και οι «κουλτούρες» του σκότους έχουν δώσει την δική τους «απάντηση» σε ένα τέτοιο ερώτημα. Για τους σκοταδόψυχους ένα τέτοιο ερώτημα δεν τίθεται, δεν έχει θέση…
Όσες και όσοι επικρίνουν τους αυτόχειρες και θαυμάζουν τους ιδανικούς αυτόχειρες να θυμούνται πάντα πως η πραξεολογία του άλλου, ως πράξη του λόγου και ως λόγος της πράξης, είναι αποκλειστικό του προνόμιο. Ειδικότερα δε, ως ύστατη πράξη «αυτοθέλητης έξοδου», πραγματοποιεί την «απουσία» ως αθανασία. Ο θνητός θεός (άνθρωπος) μια τέχνη κατέχει αποκλειστικά, την τέχνη του βίου. Η θέωση είναι απλώς ένας χαρακτηρισμός που δίνουν οι θαυμάζοντες στην υψηλή τέχνη. Οι δημιουργοί είμαστε εμείς και το σύμπαν υπάρχει απλά για να μας περιβάλλει. Ένα σύμπαν που δεν θα είμαστε εμείς, δεν έχει νόημα. Κανένα νόημα δεν έχει και ο θάνατος γιατί δεν είμαστε εμείς…
Όλοι μια μέρα θα πεθάνουμε, μα όμως μερικοί θεσπέσιοι ή και τυχεροί, σχεδιάζουν, σκηνοθετούν ή και επιδιώκουν τα «μαρμαρένια αλώνια». Στάσιμος εντός του αενάου σπειροειδούς ευελπιστώ αθανασία.