>>>
Hélène et Pâris. Face A d'un cratère en cloche à figures rouges apulien (Tarente ?), 380-370 av. J.-C.

Υπό το βλέμμα του άλλου

Οι ελληνικές πόλεις είναι μικρές διότι αποτελούν κοινωνίες στις οποίες οι σχέσεις είναι «πρόσωπο με πρόσωπο». Κατ’ αρχήν, όλοι γνωρίζονται και μιλούν μεταξύ τους. Ο Σωκράτης επισκέπτεται τη δημόσια άγοράν, για να συζητήσει με τον καθένα τι είναι οι αρετές, η ανδρεία, η ευσέβεια, η δικαιοσύνη και το αγαθόν. Όλοι ζουν υπό το βλέμμα του άλλου, υπάρχουν βάσει εκείνου που οι άλλοι βλέπουν σ’ αυτούς ή λένε γι’ αυτούς, βάσει της εκτίμησης που τους έχουν. Ό,τι είναι ένας άνθρωπος, η αξία του, η ταυτότητα του, είναι συνέπεια της αναγνώρισης του από την ομάδα των ομοίων του. Διωγμένο από την πόλη του, εξορισμένο και ατιμασμένο, το άτομο δεν είναι πλέον τίποτα. Παύει να είναι αυτό που ήταν.

Οι αρχαίοι Έλληνες δεν διακρίνουν, όπως κάνουμε εμείς, αυτό που είμαστε απ’  αυτό που μας ανήκει, τον βαθύτερο δηλαδή εαυτό μας και όσα του αναλογούν. Ό,τι  είναι  έξω από εμένα μπορεί  να είναι δικό  μου, μα δεν θα μπορούσε να είναι ο εαυτός  μου. Για τον αρχαίο Έλληνα, αντίθετα, το άτομο δεν  είναι  διαχωρισμένο από ό,τι κατορθώνει ή επιτελεί, ούτε από όσα το προεκτείνουν: τα έργα του, τα κατορθώματα  του, τα  παιδιά  του, τους συγγενείς, τους γονείς  ή  τους φίλους  του. Ο άνθρωπος είναι μέσα σε ό,τι έχει κάνει και σε ό,τι τον δένει με τους άλλους. Έτσι, η  ίδια λέξη μπορεί να δηλώνει την εσφαλμένη κρίση, το ηθικό  παράπτωμα που βιώνεις μέσα σου, και την αποτυχία ή την έλλειψη επιτυχίας που δοκιμάζεις ως κάτι έξω από εσένα.

Μήπως θα πρέπει να συγκρίνουμε με ανάλογες καταστάσεις που βιώνουμε σήμερα; Για παράδειγμα, την επιθυμία να πετύχουμε, όποιο κι αν είναι το κόστος, την επιδίωξη της δημοσιότητας που μας εκθέτει, μέσω των ΜΜΕ, στο βλέμμα του μεγάλου κοινού; Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Δεν ζούμε σε μια  κοινωνία στην οποία οι σχέσεις είναι «πρόσωπο  με πρόσωπο», αλλά σε μια κοινωνία του θεάματος. Αυτό που ο καθένας προβάλλει στις εφημερίδες ή τις οθόνες της τηλεόρασης δεν είναι ο εαυτός του, όπως τον γνωρίζει στο εσωτερικό της προσωπικής του συνείδησης, αλλά πλαστή εικόνα, που βγαίνει στη σκηνή όπως το απαιτεί η επικαιρότητα, ένα είδωλο όπως είναι οι διαφημιστικές ρεκλάμες. Η εικόνα αυτή είναι εφήμερη εξ ορισμού. Η μόδα της θριαμβεύει μόνον μέχρι να παραχωρήσει τη θέση της σε εκείνη που θα την αντικαταστήσει σε λίγο για να ικανοποιήσει την ανάγκη των θεατών για αλλαγή και ανανέωση. Για τον αρχαίο Έλληνα, επιτυχία που διεκδικεί είναι άλλο πράγμα: έχει μια ηρωική διάσταση. Είναι ένα επίτευγμα που διασφάλιζε σε όποιον το κατόρθωσε «άσβεστη δόξα». Σε μια ανθρώπινη ζωή όπου όλα είναι θνητά κι εφήμερα, υπάρχει κάτι, για τους αρχαίους Έλληνες, που ξεφεύγει από τη φθορά: δεν είναι ούτε η ψυχή μέσα μας, ούτε το σώμα που προσμένει την ανάσταση, αλλά η δόξα, που κάνει το όνομα και τα κατορθώματα μας κοινό αγαθό των επερχόμενων γενεών. Σ’ αυτό ακριβώς συνίσταται η αθανασία: στην μνήμη των ανθρώπων.

Πολιτισμός της αιδούς και της τιμής, έρχεται σε αντίθεση προς τους πολιτισμούς της ενοχής και του καθήκοντος — κι η διάκριση αυτή είναι έργο του άγγλου ελληνιστή Dodds. Όταν ένας Έλληνας έχει διαπράξει ένα σφάλμα, δεν έχει το βάρος της ενοχής για κάποιο αμάρτημα, ένα βάρος δηλαδή στη συνείδηση του, αλλά το όνειδος ότι αποδείχθηκε ανάξιος ως προς εκείνο που περίμεναν οι άλλοι, αλλά και ο ίδιος, από τον εαυτό του, ότι έχασε την υπόληψη του. Όταν πράττει σωστά δεν το κάνει υπακούοντας σε κάποια υποχρέωση που του έχει επιβληθεί σε ένα καθήκον που του υπαγόρευσε ο Θεός ή σε κάποια κατηγορική προσταγή μιας καθολικής λογικής, αλλά υποκύπτοντας στη γοητεία αξιών, αισθητικών και ηθικών ταυτόχρονα, όπως το καλόν και το αγαθόν. Η ηθική δεν είναι υπακοή σε κάποιον καταναγκασμό, αλά βαθύτατη συμφωνία του ατόμου με την τάξη και την ομορφιά του κόσμου.

Entre mythe et politique, Jean – Pierre Vernant
Ανάμεσα στον μύθο και την πολιτική, σελ. 464-465, μετάφραση: Μ. Ι. Γιόση.


* Τα έντονα πλάγια είναι ελληνικά στο πρωτότυπο.

|> Virtù Daimon

Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης. Δαήμων: δαιμόνιος & επινοητικός. Σχεδόν ανίκανος όμως να «πουλήσω» τον εαυτό μου στο θέαμα ή και την ψυχή μου στον διάβολο.

Δείτε Επίσης

La Isla Bonita

Το "La Isla Bonita" (ισπανικά για το "The Beautiful Island") είναι ένα τραγούδι της Αμερικανίδας τραγουδίστριας Madonna από το τρίτο άλμπουμ της True Blue (1986).

error: Το περιεχόμενο προστατεύεται !!!