Όπως οι πουριτανοί του 16ου αιώνα, οι εμπνευσμένοι από τον Καλβινισμό, οι Έλληνες χριστιανοί κηρύσσουν επιστροφή στην καθαρότητα του Χριστιανισμού και στα «ελληνοχριστιανικά ιδανικά». Εκείνα που συντηρούν τον ραγιαδισμό, την καθυστέρηση, τον τουρκο-βαλκανικό επαρχιωτισμό και την μισαλλοδοξία.
Οι πουριτανοί δεν είναι αυτοί που φαίνονται –γλυκομίλητοι, σεμνοί και πονόψυχοι, ό,τι πρέπει για τις τρυφερές ψυχές και τους γραβατάκηδες. Ακριβώς σαν εκείνους του 16ου αιώνα, είναι ικανοί για μαζική οργάνωση, για ισχυρή αντιπολίτευση (αναρωτιέται κανείς σε ποιους άραγε, αφού αυτοί αποτελούνε την εξουσία) και για πράξεις καθοριστικές, όπως η επανάσταση στο πλάϊ του Όλιβερ Κρόμγουελ.
Οι πουριτανοί ζουν ανάμεσά μας, είναι οι γονείς και οι δάσκαλοι που κατατροπώσαμε, οι παπάδες που δεν γνωρίσαμε, οι γριές που μουρμουρίζουν στο συναπάντημά μας. Είναι και οι επίγονοί τους: οι μορφωμένοι, απογοητευμένοι από τον αριστερό ιδεαλισμό διανοητές, που αναπτύσσουν έναν επεξεργασμένο εθνικισμό, εξοστρακίζοντας στο πυρ το εξώτερον τις «δυτικές» επιρροές, ως αντικείμενα του διαβόλου. Κάτι που μπορεί να είναι, πλην όμως μπορεί και να προτιμάμε τον διάβολο. Διότι έχει πλάκα. Είναι δικαίωμά μας. Όπως δικαίωμά μας είναι και το να βάζουμε παύλα δίπλα στο «θρήσκευμα» στην αστυνομική μας ταυτότητα (αφού δεν μπορούμε παρά να έχουμε τέτοια για να μας βρίσκουνε), το να μην πλησιάζουμε σε εκκλησία και το να μη βαπτίζουμε τα παιδιά μας (εάν και εφόσον τα κάνουμε…)
Οι νεο- και παλαιο-ορθόδοξοι πρέπει να ξέρουν πως υπάρχει μία μειοψηφία που αντιστέκεται στο αποστολικό του έργο και που βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τον μυστικισμό και που ακόμα πιστεύει εκείνες τις μισοξεχασμένες αλήθειες για το «όπιο του λαού». Όποιος θέλει ας πάρει το όπιό του. Αρκεί να μην φωνασκεί, να μη μας κάνει κήρυγμα και να μη μας ενοχλεί όταν παίρνουμε κι εμείς τις δικές μας διεγερτικές ουσίες.
Σώτη Τριανταφύλλου
(Δημοσιεύθηκε στο 29ο τεύχος του περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη», Μάϊος 1992)