ένας πράσινος συρφετός
χτυπά τις πόρτες του Χάξλεϋ
νεκρός από χρόνια
αυτιά σε αποσύνθεση
οι πόρτες ανοίγουν και τα κοράκια κρώζουν
φονιάδες εκ του φυσικού
απάθεια για την αφαίρεση λένε…
της ζωής
ουρλιαχτά ακούγονται από κάπου μακριά
κλείνω το παράθυρο
ας τη να κυλήσει μέχρι να τελειώσει
η φύση… αξιοσέβαστες, σκληρές ισορροπίες
δεν είμαι υποχρεωμένος να τις γουστάρω
τις ανέχομαι
ο σαμάνος μιας νέας εποχής μου χτυπά την πόρτα
αγαπάτε αλλήλους
μάτια και αυτιά κλειστά
ρωτάω…
πόσο κοστίζει η επιτυχία?
το καρκίνωμα απαντάει…
όσο αξίζει
ο Σωκράτης αυτοκτόνησε
ο Χριστός αυτοκτόνησε
και το μικρό τσακάλι του βοσκού
στην άκρη του δρόμου γελάει
γεμάτο αίματα…
το στόμα, τα πόδια, το χώμα
κανένας κίνδυνος για την υγεία απόψε
καμιά βία για το δέρμα
τα κόκκαλα όλα στη θέση τους
ακέραια
κανείς δεν θα πονέσει
κανείς δεν θα γελάσει
πνευματική αναπηρία
αναζητώντας τη λογική του συναρμολογημένου ανθρώπου
επιβολή απόψεων με τρόπους
ο αποτυχημένος αυτόχειρας αποσύρετε στο αποχωρητήριο
κρατώντας ένα λούτρινο δεινόσαυρο
ένα υπέροχο δέντρο ανθισμένο
ένας υπέροχος μεγάλος κώλος
αψεγάδιαστος
συνειρμοί ειλικρίνειας
γενέθλιο πάρτι ενός μουγγού αγοριού
άδειες καρέκλες και τραπέζι φορτωμένο
ένα περιτύλιγμα στο πάτωμα
μια κλειδωμένη πόρτα
ίχνος δώρου
ο φονταμενταλισμός μιας νέας εποχής
μου χτυπά ευγενικά την πόρτα